- ἀσεβοῦς
- ἀσεβήςungodlymasc/fem/neut gen sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
OSIRIS — Iovis fil. ex Niobe Phoronei filia. Argivis imperavit: sed subditis subiratus fratri Aegialeo regnum tradidit, profectus in Aegyptum est, quam legibus egregiis instructam, Rex tenuit. Iûs maritus, quae et Isis dicta, varias artes Aegyptios docuit … Hofmann J. Lexicon universale
Ιωράμ — Όνομα βιβλικών προσώπων. 1. Βασιλιάς του Ισραήλ (851 843 π.Χ.). Διαδέχθηκε τον μεγαλύτερο αδελφό του, Οχοζία. Επιχειρώντας να ανακαταλάβει τα εδάφη που είχε χάσει στα ανατολικά του Ιορδάνη, πολιόρκησε την πόλη Ραμά στη Γιλεάδ. Ο Ιού, όμως, ένας… … Dictionary of Greek
Νεκρά Θάλασσα — (αραβ. Al – Bahr, εβρ. Yam ha – Melah). Λιμναία λεκάνη (1.020 τ. χλμ.) της Παλαιστίνης, στο βαθύπεδο του Ελ Γορ. Ανήκει στην Ιορδανία, εκτός από το νοτιοδυτικό τμήμα που ανήκει στο Ισραήλ. Bρίσκεται περίπου 395 μ. κάτω από την επιφάνεια της… … Dictionary of Greek
Χριστόδουλος Ακαρνάν — (Ξηρόμερο, Ακαρνανία 1733– Λειψία 1793). Λόγιος, δάσκαλος, ένας από τους μαχητικότερους και πλέον αδιάλλακτους οπαδούς των ιδεών του διαφωτισμού. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που μας δίνει ο επίσκοπος Πλαταμώνος Διονύσιος, ο πατέρας του X.… … Dictionary of Greek